916358388

 

Του Γιώργου Σιούτζου

Eίναι κοινός τόπος πως η ψηφιοποίηση του τραπεζικού τομέα έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώσει το επιχειρηματικό μοντέλο των τραπεζών, να μειώσει το κόστος και το χρόνο των διάφορων συναλλαγών καθώς και να συντελέσει στην αυξημένη ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Βέβαια παρά τις σημαντικές επενδύσεις και προσπάθειες, πολλές τράπεζες αγωνίζονται να μεταβούν αποτελεσματικά στην ψηφιακή εποχή. Μια σειρά οργανωτικών δομών, τεχνολογικών πλαισίων και μοντέλων χρηματοδότησης που υποστηρίζουν την ψηφιοποίηση πολλές φορές μάχονται με έναν αργό ρυθμό παράδοσης από, τι αρχικά αναμενόταν και αξιοσημείωτη δυσκολία κλιμάκωσης των ψηφιακών λύσεων σε ολόκληρη την τράπεζα και από άκρο σε άκρο.

Η αποτυχία των τραπεζών να εκτελέσουν την ψηφιακή ανάπτυξή τους σύμφωνα με τις φιλοδοξίες τους υποδηλώνει ότι έχουν πέσει στην παγίδα της μειωμένης επενδυτικής απόδοσης: η ανοδική πορεία δεν αντισταθμίζει το επίπεδο της επένδυσής τους. Υπάρχει επίσης πρόβλημα κατανόησης. Η έλλειψη σαφούς κατανόησης των πλεονεκτημάτων της ψηφιοποίησης είναι μία βασική αιτία μη πλήρης εκμετάλλευσης των ευκαιριών της ψηφιοποίησης.

Οι τράπεζες με τεντωμένα χρονοδιαγράμματα έργων αναφέρουν ότι η πίεση των μετόχων για βραχυπρόθεσμες επιδόσεις μάχεται ενάντια σε αποτελεσματικές μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Επίσης η ανομοιογενής κατανομή και προτεραιοποίηση των πόρων οδηγεί πολλές φορές σε αποτυχία επίτευξης ορισμένων οικονομικών στόχων.

Στην πραγματικότητα, λίγες τράπεζες είναι σε θέση να εκτελέσουν ψηφιακό μετασχηματισμό σε όλες τις πτυχές του οργανισμού τους και σε πολλές περιπτώσεις τα κανάλια διανομής υπερισχύουν των δυνατοτήτων back-end. Πολλές τράπεζες αναγνωρίζουν πως η αρχιτεκτονική των δεδομένων τους είναι σχετικά ανώριμη. Τα υφιστάμενα συστήματα πληροφορικής είναι ένας βασικός λόγος αποτυχίας επίτευξης ψηφιακού μετασχηματισμού. Σε πολλές περιπτώσεις, αυτό οφείλεται στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα υπάρχοντα συστήματα να μιλούν με νέες ψηφιακές εφαρμογές, καθώς και στην ελαττωματική επιχειρησιακή λογική που ενσωματώνεται στα συστήματα παλαιού τύπου. Η κακή αρχιτεκτονική επιβραδύνει τα συστήματα και διαιωνίζει τα λειτουργικά και τα σιλό των προϊόντων. Η ισχυρή και ενδεδειγμένη αρχιτεκτονική δεδομένων, από την άλλη πλευρά, δημιουργεί αξία υποστηρίζοντας την ποιότητα των δεδομένων και αυξάνοντας τις δυνατότητες τυποποίησης και πολλαπλών δυνατοτήτων.

Η σημασία της οργανωτικής αντίστασης στην αλλαγή είναι επίσης ένα σημαντικό ζήτημα. Η αδράνεια είναι βασικός λόγος για τη χαμηλή απόδοση των επενδύσεων ενός ψηφιακού προγράμματος. Ο προσδιορισμός της σωστής δομής διακυβέρνησης ενός έργου είναι μία αρκετά δύσκολη εργασία. Η ψηφιοποίηση επηρεάζει τα καθήκοντα και τις διαδικασίες των εργαζομένων και ορισμένοι υπάλληλοι ανησυχούν φυσικά για τον πιθανό αντίκτυπο στην εργασία τους.

Κατά τη διαχείριση ενός ψηφιακού μετασχηματισμού, τα στελέχη των τραπεζών πρέπει να εργαστούν για να κινητοποιήσουν ολόκληρο τον οργανισμό γύρω από μια στρατηγική προσαρμοσμένη στις διαθέσιμες εμπορικές ευκαιρίες. Τελικά, οι τράπεζες που προσαρμόζουν την οργάνωσή τους στην ψηφιακή εποχή και αντικαθιστούν ή ενσωματώνουν παλαιότερα συστήματα πληροφορικής και αποθετήρια δεδομένων με ψηφιοποίηση συμπαγής και ολοκληρωμένη θα είναι πιο πιθανό να αποφύγουν την ψηφιακή παγίδα αξίας και να μειώσουν το κόστος, αυξάνοντας ταυτόχρονα τα έσοδα και την ικανοποίηση των πελατών τους.